Saturday, December 26, 2009
Αυτοοργάνωση του ανταγωνιστικού κινήματος στη μεταφορντική εποχή.
“Ποια είναι όμως η φυσική οργάνωση των μαζών;
Είναι αυτή που βασίζεται στους ιδιαίτερους προσδιορισμούς
της πραγματικής ζωής,..”
Μιχαήλ Μπακούνιν (1)
Οι κοινωνίες του 21ου αιώνα διαμορφώνονται σε ένα παγκόσμιο πλέγμα κοινωνικών πολιτικών και πολιτιστικών σχέσεων, οι οποίες υπερβαίνουν τους επιμέρους “εθνικούς” κοινωνικο-οικονομικούς σχηματισμούς, και ελκύονται από την ελαστική κεφαλαιοκρατική συσσώρευση.
Στο επίπεδο της αξίας, ήδη από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα, εμφανίζεται δίπλα στην ανταλλακτική αξία και την αξία χρήσης, η συμβολική αξία των εμπορευμάτων. Τα προϊόντα της εργασίας μετατρέπονται σε φορείς νοημάτων, ιδεών, πολιτιστικών συμβόλων και σημείων, τα οποία ρίχνονται μέσα στη διαδικασία της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης, οδηγώντας στην ανάπτυξη ενός νέου βιομηχανικού κλάδου, αυτού του θεάματος. Ο εργάτης – παραγωγός (ανταλλακτικής αξίας), καταναλώνει προϊόντα για την αναπαραγωγή της εργατικής του δύναμης (αξίες χρήσης) αντιστοιχώντας σε κάθε ενέργεια ένα σύμβολο, μία πολιτιστική επιταγή, ένα ολόκληρο πλέγμα ετερόνομων σχέσεων, που οδηγούν στην αγκίστρωση του σε αξίες φετίχ. (αυτοκίνητο, σπίτι, κλπ) Φυσικά η αγκίστρωση αυτή δεν είναι αποτέλεσμα μίας διαδικασίας αποξένωσης και/ή αλλοτρίωσης αλλά μία επιλογή για την ικανοποίηση των επιθυμιών και των αναγκών του. Η εποχή του θεάματος και η αναδυόμενη κοινωνία των ειδώλων, η οποία βασίστηκε στη διαμόρφωση τεράστιων τραπεζικών μηχανισμών πίστωσης, πρόσφεραν σε κάθε εργαζόμενο, το όνειρο της στιγμιαίας πραγμάτωσης της “ελευθερίας” στον “παράδεισο” της κατανάλωσης εμπορευμάτων, τόσο στο χρηστικό όσο και στο συμβολικό επίπεδο. Το κράτος πρόνοιας με τις επιδοματικές του πολιτικές έδωσε χώρο για την μεγέθυνση των κεφαλαιοκρατικών συσσωρεύσεων μέσω της πλαστικοποίησης των καθημερινών συνηθειών των εργατών.
Στη φορντική οργάνωση της καθημερινής ζωής το εικοσιτετράωρο διαιρέθηκε σε τρία μέρη: α) εργασία (παραγωγή) β) αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, γ) ελεύθερος χρόνος, όπου ο ελεύθερος χρόνος ταυτιζόταν με την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης στο επίπεδο της κατανάλωσης. Τα τρία μέρη της κοινωνικής ζωής διαχειριζόταν ένα πλέγμα ιεραρχικών δομών εξουσίας, στο εργοστάσιο, στο σωματείο και στο κράτος. Το τρίγωνο αυτό επιτηρούσε το βίο των κολασμένων (βιοπολιτική) παράγοντας κοινωνική συναίνεση ανάμεσα σε κεφαλαιοκράτες και εργαζόμενους, που ήταν αναγκαία για τη διατήρηση της δύναμης των κυρίαρχων. Στη φορντική φάση αναδύθηκε ως ηγεμονική βιοπολιτική στρατηγική των κεφαλαιοκρατών η σοσιαλδημοκρατία και ο κεϋνσιανισμός.
Ο μεταφορντισμός έσπασε την κλασσική αλυσίδα παραγωγής των μεγάλων βιομηχανικών μονάδων σε επιμέρους δίκτυα τόσο στο επίπεδο του καταμερισμού εργασίας όσο και στο επίπεδο των τριών μερών της καθημερινής ζωής, και οδήγησε σε έναν κατακερματισμό των πληθυσμών σε ομάδες εστίασης (target groups). Η νέα βιοπολιτική στρατηγική είναι αυτή του νεοφιλελευθερισμού, που οδηγείται από το δόγμα της ελευθερίας κίνησης κεφαλαίων, εργασίας, εμπορευμάτων και πληροφορίας. Στο μεταφορντισμό όλα τα μέρη της καθημερινότητας εμπορευματοποιούνται με στόχο την υπερεκμετάλλευση της ζωντανής εργασίας και τη μεγιστοποίηση των κερδών. Παράλληλα η διαδικασία παραγωγής συναίνεσης δεν εξασφαλίζεται πλέον από τις “μαζικές” οργανώσεις του φορντισμού (συνδικάτα, ενώσεις, κόμματα και του κράτους – κεφαλαίου) αλλά από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Το κράτος περιορίζεται στη διαμόρφωση ενός χώρου φρούριου, που ενεργοποιείται ως μόνιμη πλέον κατάσταση εξαίρεσης, προκαλώντας τον τρόμο, κάθε φορά που υπάρχει το ρίσκο της “κατάρρευσης” σε κοινωνικό οικονομικό πολιτικό κλπ επίπεδο. (πανδημίες, οικονομική κρίση κα) .
Ο μαζικός παραγωγός και καταναλωτής κατακερματίζεται και κατανέμεται σε τεράστιες βάσεις δεδομένων ως ψηφία της παγκοσμιοποίησης. Όλα τα εμπορεύματα (μεταξύ αυτών και η εργασία) αποκτούν έναν εφήμερο χαρακτήρα με ημερομηνία λήξης προσαρμοσμένα στη λογική της ελαστικής κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης. Σταδιακά η καθημερινή ζωή των κολασμένων της γης μετατρέπεται σε ένα διαρκές κυνήγι εργασίας, πιστώσεων, προσφορών, πολιτιστικών συμβόλων κλπ Αποτέλεσμα όλων αυτών των αλλαγών είναι ο κατακερματισμός των μαζικών θεσμίσεων της καθημερινής ζωής των εργατών. Ζώντας σε ένα ασυνεχές χώρο και χρόνο η εργατική “τάξη” καθρεφτίζεται πλέον μόνο μέσα στις στατιστικές αναλύσεις των κοινωνικών ερευνών, του κράτους και του κεφάλαιου. Όλες οι επιστήμες διατάσσονται κάτω από την κυβερνητική βιοπολιτική διαχείριση των κυρίαρχων με σκοπό ένα και μοναδικό σκοπό τη διατήρηση αυτής της κυριαρχίας.
Κάθε εξέγερση που αρνείται πλευρές αυτής της κυριαρχίας, σε ένα από τα τρία μέρη της καθημερινής ζωής των εργατών, συνεισφέρει αλλά δεν μπορεί να έρθει σε ρήξη με την πολυπλοκότητα τους. Πώς όμως μέσα από αυτό το χάος των σύγχρονων ετερόνομων κοινωνικών σχέσεων, τον κατακερματισμό της καθημερινής μας ζωής, μπορούμε να κάνουμε εκείνες τις επιλογές, που θα μας οδηγήσουν στην τελική ρήξη με το σύστημα της εκμετάλλευσης και τη δημιουργία μίας κομμουνιστικής κοινωνίας ελεύθερων και ίσων πολιτών; Η απάντηση φυσικά βρίσκεται στην αυτοοργάνωση της καθημερινής ζωής σε όλα τα επίπεδα του κατακερματισμένου εικοσιτετράωρου, στην παραγωγή, την αναπαραγωγή και τον ελεύθερο χρόνο.
Στην εποχή της πολυπλοκότητας η αυτοργάνωση μας πρέπει να έχει τη δυνατότητα να α) συγκεντρώνει τη συνολική δύναμη των εξεγερμένων, ενάντια σε κράτος, κεφάλαιο, μμε β) να διαχέει τα αποτελέσματα της σε ολόκληρη την κοινωνία ανοίγοντας ρήγματα στα καθημερινά πλέγματα της εξουσίας σε τοπικό/παγκόσμιο επίπεδο και γ) να σέβεται την αυτονομία του εκάστοτε εγχειρήματος κοινωνικού ανταγωνισμού (συλλογικότητας, ομάδας, επαναστατικού σωματείου κα). Ο συντονισμός αυτός οφείλει εκτός από την άρνηση των κυρίαρχων σχέσεων εξουσίας να οδηγήσει στη θέσμιση αντιιεραρχικών σχέσεων δημιουργίας, βοηθώντας στην ενοποίηση του θρυμματισμένου κόσμου της καθημερινής ζωής των κυριαρχούμενων και την τελική ρήξη με τις ετερόνομες συνθήκες της καπιταλιστικής κοινωνίας.
Στην εποχή της πληροφορίας είναι δυνατή η οριζόντια επικοινωνία αλλά και ο συντονισμός ανάμεσα στις διάσπαρτες στο χώρο συλλογικότητες, μέσα από την κοινωνική τους δικτύωση στον πραγματικό χρόνο και χώρο. Οι τεχνολογίες του web 2.0 αλλά και δεκάδες εγχειρήματα όπως αυτό του indymedia επιτρέπουν πλέον την αδιαμεσολάβητη επικοινωνία ανάμεσα τους. Αυτό που λείπει είναι η βούληση σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο για τη δημιουργία αυτού του δικτύου πραγμάτωσης της αλληλεγγύης ανάμεσα μας. Βέβαια τα καλύτερα μαγειρεία της εξέγερσης βρίσκονται στις συντροφικές κουζίνες των οδοφραγμάτων μας.
Μεταφορντισμός. Η περίπτωση της πόλης της Νάουσας
Στα τέλη της δεκαετίας του '70 διαμορφώθηκε σε παγκόσμιο επίπεδο ένας κυρίαρχος συνασπισμός εξουσίας ανάμεσα σε κράτη, οργανισμούς (ΔΝΤ, ΠΟΕ, ΕΕ, ΝΑFTA κλπ), και μερίδων της κεφαλαιοκρατικής τάξης με υπερεθνικά χαρακτηριστικά. Ο υπερεθνικός αυτός συνασπισμός οδήγησε σε έναν νέο συμβιβασμό ανάμεσα σε κεφάλαιο και εργασία με βασικό στόχο την προσαρμογή των κοινωνικο-οικονομικών σχηματισμών, στη λογική της ελαστικής κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης. Το δόγμα της νέας τάξης πραγμάτων συνέθεταν η ελευθερία κίνησης κεφαλαίων, εργασίας, εμπορευμάτων και πληροφορίας.
Την ελαστικοποίηση της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης ακολούθησε και η ελληνική περιφέρεια. Στα πλαίσια της προσαρμογής αυτής η πόλη της Νάουσας μετατράπηκε σταδιακά σε ένα φάντασμα της βιομηχανικής εποχής. Η πόλη έφτασε στη ακμή της τα μέσα της δεκαετίας του '80 όταν οι κλωστοϋφαντουργοί εργαζόμενοι έφταναν τις 4.000. Στη δεκαετία αυτή διαμορφώνεται και ο κυρίαρχος επιχειρηματικός όμιλος του Θ. Λαναρά (ΚΛΩΝΑΤΕΞ ή μετέπειτα Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία United Textiles) Η ΕΝΚΛΩ μέχρι και το 2005 κατείχε ηγετική θέση στον τομέα του νήματος με 35% μερίδιο στην εγχώρια αγορά και 15% στην ευρωπαϊκή, και διεθνείς συνεργασίες με μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες στον κλάδο της ένδυσης όπως είναι οι Nike, Adidas, Reebok, Benetton.1
Τη δημιουργία του κολοσσού της ΕΝΚΛΩ στήριξε το κράτος με τις νεοφιλελεύθερες διαχειρίσεις του (ΠΑΣΟΚ ΝΔ) αλλά και ο γραφειοκρατικός συνδικαλισμός της ΓΣΕΕ. Η τριμερής σχέση της φορντικής εποχής (κεφάλαιο – κράτος – ΓΣΕΕ) στήριξαν τη διαδικασία της συγκέντρωσης κεφαλαίου από τον Λαναρά. Η ενίσχυση της διαδικασίας αυτής γινόταν πάντα με πρόσχημα την “κρίση” που απειλούσε τον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας και την ανάγκη “εξυγίανσης” της εταιρείας. Έτσι η “εξυγίανση” χρηματοδοτήθηκε το 1996 με 4,7 δις δραχμές, το 2004 με 23 εκ ευρώ, ενώ το 2008 η εταιρεία εξασφάλισε 35 εκ ευρώ. Τα κεφάλαια αυτά επενδύθηκαν στη σταδιακή μεταφορά των εργοστασίων σε χώρες μικρότερου εργασιακού κόστους (Αλβανία, “Μακεδονία”, Βουλγαρία κ.α) Στη “μητροπολιτική έδρα” της επιχείρησης διατηρήθηκαν οι τομείς της έρευνας και διοίκησης, του ελέγχου των πωλήσεων και των δικτύων διανομής και του μάρκετινγκ.
Η κατάτμηση της φορντικής αλυσίδας της παραγωγής της ΕΝΚΛΩ, σε μονάδες με χαμηλή ειδίκευση και εργασιακό κόστος και μονάδες διοίκησης με υψηλή ειδίκευση, ακολούθησε τη λογική της ελαστικής μεταφορντικής οργάνωσης, που κυριαρχεί μετά την δεκαετία του 80 σε παγκόσμιο επίπεδο. Κάθε βήμα της εταιρείας στη νέα εποχή συνοδεύτηκε με χιλιάδες απολύσεις εργαζομένων στη Νάουσα. Μέσα σε μία δεκαετία περίπου χάθηκαν στην πόλη 3500 θέσεις εργασίας αυξάνοντας έτσι την ανεργία στο 50% του ενεργού πληθυσμού. Το 2004 η έκλεισαν οι παραγωγικές μονάδες της Τρικολάν, των Κλωστηρίων Β και της Ολυμπιακής στη Νάουσα, παραδίδοντας 250 εργάτες στην ανεργία. Ενώ στα μέσα του 2008 οι εργαζόμενοι ειδοποιήθηκαν για νέες απολύσεις.2
Η “κρίση” του κλάδου, που ουσιαστικά αποτελεί μία περίοδο του κύκλου της συσσώρευσης, οδήγησε κεφάλαιο και εργασία σε σύγκρουση για τους όρους της μεταξύ τους σχέσης. Σε όλες τις περιπτώσεις το ΕΚ της Νάουσας με το ΠΑΜΕ έπαιξαν και συνεχίζουν να παίζουν ηγεμονικό ρόλο στην οργάνωση, αλλά και τον καθορισμό της στρατηγικής και των μορφών του αγώνα των κλωστοϋφαντουργών. Η στρατηγική αυτή έχει δύο άξονες:
τη λογική της προνοιακής ενίσχυσης των εργαζόμενων, των ανέργων και των οικογενειών τους.
την κρατική παρέμβαση για τη διατήρηση της λειτουργίας των εργοστασίων. Φυσικά λόγος δε γίνεται από τις δυνάμεις αυτές για τη δυνατότητα αυτοδιαχείρισης των μονάδων της επιχείρησης από τους ίδιους τους εργαζόμενους, όταν υπάρχει ανάλογη εμπειρία από τον αγώνα των εργατών σε κλωστοϋφαντουργική επιχείρηση της Αιγύπτου, η διαχείριση της οποίας πέρασε στα χέρια τους. 3
Αυτοοργάνωση: η επιλογή των κυριαρχούμενων.
Η είσοδος της πόλης στην εποχή του μεταφορντισμού οδήγησε και σε μία γενίκευση των σχέσεων εργασιακής επισφάλειας. Η ανεργία έχει φτάσει στο 50%, οι εργαζόμενοι σε όλους τους κλάδους (τουρισμό, επισίτηση, οικοδομή, υπηρεσίες) εργάζονται κυριολεκτικά με το όπλο παραπόδας, χωρίς ωράριο, ασφάλιση και συνδικαλιστικά δικαιώματα. Οι σχέσεις αυτές έχουν επεκταθεί ακόμα στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, όπου τα τελευταία χρόνια έχει εισαχθεί και ο θεσμός της επινοικίασης εργαζόμενων από εταιρείες.
Με τη σταδιακή “αποβιομηχάνιση” της, η πόλη της Νάουσας και τη μετατροπή της σε πρωτεύουσα της επισφάλειας, βρίσκεται μπροστά σε ένα δίλημμα. Να διατηρήσει τα χαρακτηριστικά της βιομηχανικής περιόδου ή να διαμορφώσει νέες κοινωνικές και οικονομικές δομές, που θα της επιτρέψουν να περάσει στη μεταβιομηχανική εποχή. Το δίλημμα έχει τεθεί στο τραπέζι και από τους κρατικούς, πολιτικούς και συνδικαλιστικούς “αντιπροσώπους” της τοπικής κοινωνίας, που κλήθηκαν να διαχειριστούν την κρίση, ανεξάρτητα από την επιμέρους κομματική ταυτότητα τους. Η επιλογή της διεξόδου από την “κρίση” δεν πρέπει να σχεδιαστεί στα επιτελεία των κυρίαρχων αλλά στο δρόμο της αυτοοργάνωσης των κυριαρχούμενων.
Δεν έχει σημασία αν η πόλη επιλέξει τη μία ή την άλλη διέξοδο, αλλά αν η επιλογή αυτή αφορά τα συμφέροντα του κράτους και του κεφαλαίου ή τα συμφέροντα και την απελευθέρωση της καθημερινής ζωής των πρεκάριων.
Το τελευταίο διάστημα στην πόλη γίνονται προσπάθειες διαμόρφωσης δομών αυτοοργάνωσης στους χώρους της εργασίας αλλά και της καθημερινής ζωής. Από τις πρώτες επαφές και τις συζητήσεις μας, φαίνεται ότι ωριμάζει σαν κοκκινόμαυρο κρασί (ιδιαίτερη ποικιλία της περιοχής με την ονομασία ξινόμαυρο), η ιδέα μίας αδιαμεσολάβητης άμεσης και δημοκρατικής οργάνωσης, των συμφερόντων των σύγχρονων μισθωτών σκλάβων.
1Christina Karakioulafis, (2005) European industrial relations observatory online http://www.eurofound.europa.eu/eiro/2005/04/feature/gr0504107f.htm [24-10-2009]
2Για την υπόθεση της Τρικολάν (2005) εκ των έσω. Black out τεύχος 0 http://www.blackout.gr/keimena/17 [27-10-2009]
310th of Ramadan textile workers self-manage factory http://libcom.org/news/10th-ramadan-textile-workers-self-manage-factory-30082009 [27-10-2009]
Wednesday, July 15, 2009
Η υλική κατασκευή της κατάστασης εξαίρεσης και ο βιοπολιτικός έλεγχος της μετανάστευσης στη σύγχρονη εποχή. Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών
Οι σύγχρονες κοινωνίες αναδύονται σε παγκόσμιο επίπεδο από την ταυτόχρονη εξέλιξη και σύνθεση των δράσεων των υποκειμένων (ατομικών και συλλογικών) σε τρία επίπεδα: το επίπεδο του φυσικού χώρου (παραδοσιακός χώρος των “εθνικών” κοινωνικών σχηματισμών), το επίπεδο των δικτύων (ο χώρος που αναδύεται μέσα από τη επικοινωνία των υποκειμένων σε υπερεθνικό επίπεδο) και το επίπεδο των ροών (που αφορά το χώρο που παράγεται από την “ελεύθερη” κίνηση κεφαλαίου, εργατικού δυναμικού, και εμπορευμάτων αλλά και τις δικτυακές επαφές σε παγκόσμιο επίπεδο). Η “ελευθερία” κίνησης ανθρώπων, κεφαλαίων και εμπορευμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο διαμορφώνει ένα νέο μοντέλο κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης αυτό της ευελιξίας. Τα βασικά χαρακτηριστικά του είναι η μεταφορντική οργάνωση της παραγωγής και της κατανάλωσης, η κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού, και ένα νέο σύστημα πειθαρχικού ελέγχου, που οδηγεί στο μετασχηματισμό των μηχανισμών επιτήρησης στο επίπεδο των οικονομικών αλλά και των κρατικών συστημάτων.
Η ελαστική κεφαλαιοκρατική συσσώρευση οδηγεί - χωρίς να προσδιορίζει σε τελική ανάλυση - τις κοινωνικές σχέσεις σε οικονομικό, πολιτικό και πολιτισμικό επίπεδο, διαμορφώνοντας νέους χωροχρονικούς τόπους δράσης, που διαπερνούν τα παραδοσιακά σύνορα των εθνο-κρατικών κοινωνικών σχηματισμών χωρίς όμως να τα καταργούν. Εικόνες, γεγονότα, σύμβολα, πληροφορίες, κεφάλαια, πληθυσμοί, ρέουν σε παγκόσμιο επίπεδο με αποτέλεσμα τα κοινωνικο-οικονομικά συστήματα να βρίσκονται σε μία κατάσταση πέρα από την ισορροπία ή όπως θα έλεγε ο Agamben σε μία διαρκή κατάσταση εξαίρεσης.(1)
Από τις αρχές τις δεκαετίας του '80, στα πλαίσια της κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού και της συνακόλουθης μεγέθυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και της γενίκευσης των ενδο-καπιταλιστικών αντιθέσεων για την αναδιανομή των σφαιρών οικονομικής και πολιτικής επιρροής, αυξάνεται διαρκώς ο αριθμός των μεταναστών και των προσφύγων (2). Μολονότι ένα μέρος της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης τις τελευταίες δεκαετίες βασίζεται στη μετανάστευση, τα κράτη προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις κοινωνικές ανισότητες αλλά και να ελέγξουν τις δυνητικές απειλές, που αναδύονται από την ατομική ή συλλογική αντίδραση των κοινωνικών απορριμάτων (Bauman), προσαρμόζουν τις δομές πολιτικού ελέγχου και επιτήρησης στα νέα δεδομένα, με σκοπό τη διατήρηση της διαδικασίας της συσσώρευσης.
Το αποτέλεσμα είναι η μετάλλαξη της οργάνωσης του πειθαρχικού ελέγχου των κρατών, τόσο στο επίπεδο των πολιτικών μηχανισμών τους (αστυνομία, φυλακές, σχολεία κλπ) “με τις οποίες το κράτος αφομοιώνει στο εσωτερικό του τη μέριμνα της φυσικής ζωής των ατόμων” (βιοπολιτικός έλεγχος),·όσο και στο επίπεδο των τεχνολογιών του εαυτού, μέσω των οποίων συντελείται η “διαδικασία της υποκειμενοποίησης”, η οποία ωθεί άτομα και ομάδες στην αγκίστρωση στην ταυτότητα τους ενώ ταυτόχρονα νομιμοποιεί στη συνείδηση τους τον εξωτερικό έλεγχο. (Agamben, Foucault) Στα πλαίσια αυτά η προσπάθεια των κρατικών μηχανισμών να ρυθμίσουν τη μετανάστευση έχει ως στόχους:
1.τον έλεγχο της ροής μεταναστών δια και από τα “σύνορα” των κρατικών επικρατειών, με σκοπό τη μείωση των δυνητικών κινδύνων, που μπορεί να προκύψουν λόγω των κοινωνικών διαφοροποιήσεων (οικονομκών ανισοτήτων, πολιτιστικών διαφορών κλπ)
2.τη χειραγώγηση και την “εκγύμναση” των μεταναστών μέσω των πειθαρχικών μηχανισμών, στην ηθική του ευέλικτου, ευπροσάρμοστου και πειθαρχημένου εργαζόμενου
3.τον έλεγχο της ροής της εργασιακής δύναμης στο εσωτερικό των κοινωνικών σχηματισμών, σε σχέση με τις εκάστοτε ανάγκες της αγοράς για φθηνή εργατική δύναμη
4.τελικά την προστασία και τη μεγέθυνση της ελαστικής κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης.
Οι στόχοι αυτοί διαμορφώνουν μία κατάσταση εξαίρεσης, καθιστώντας τους “χωρίς χαρτιά” μετανάστες ως ανάθεμα, ανάμεσα στο εσωτερικό και το εξωτερικό της εδαφικής επικράτειας των κρατών μελών ευρύτερων κοινωνικοοικονομικών συσσωματώσεων όπως αυτό της ΕΕ. Οι αναθεματισμένοι τοποθετούνται σε ένα κατώφλι όπου ζωή και δίκαιο, θάνατος και άδικο συγχέονται. Εάν στα παραδοσιακά πανοπτικά συστήματα επιτήρησης και ελέγχου ο στόχος ήταν ο παραδειγματισμός των παραβατών μέσω του εγκλεισμού και της παρακολούθησης των συμπεριφορών τους, τα σύγχρονα συστήματα επιτήρησης εξαιρούν περικλείοντας τούς δυνητικά επικίνδυνους για τη διατήρηση της τάξης, προκαταστέλλοντας τις συμπεριφορές τους.
Η αλλαγή αυτή στον προσανατολισμό των συστημάτων επιτήρησης οδηγεί στο πέρασμα της οργάνωσης των σχέσεων εξουσίας από το μοντέλο της φυλακής, στο μοντέλο του στρατόπεδου συγκέντρωσης. Το στρατόπεδο συγκέντρωσης αποτελεί το κυρίαρχο μοντέλο επιτήρησης της καθημερινής ζωής των ατόμων στο “εργοστάσιο”, το σχολείο, το εμπορικό κέντρο, την πόλη του 21ου αιώνα. Το στρατόπεδο συγκέντρωσης οργανώνει το βιοπολιτικό έλεγχο της ροής των αναθεματισμένων πληθυσμών, στα “πορώδη” σύνορα της παγκοσμιοποίησης, προκαταστέλλοντας μέσω του εγκλεισμού και της εκγύμνασης των συμπεριφορών εκείνων, που μπορεί δυνητικά να απειλήσουν την ισορροπία της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης και της Νέας Τάξης Πραγμάτων.
(1) Η κατάσταση εξαίρεσης αφορά το κατώφλι στο οποίο βρίσκονται οι κοινωνικοί σχηματισμοί ανάμεσα στην τάξη και την αταξία, όπου κυριαρχεί η πολυπλοκότητα, η αβεβαιότητα και το ρίσκο.
(2)Ο ΟΗΕ το 2005 υπολόγισε τον αριθμό των μεταναστών σε παγκόσμιο επίπεδο στα 190 εκ ή σε 3% του παγκόσμιου πληθυσμού.